ΘΕΜΑΤΙΚΕΣ ΕΚΘΕΣΕΙΣ | ΔΙΟΡΓΑΝΩΣΗ ΑΠΟ ΤΟ E.I.A.

Η κατοικία στην Ελλάδα από τον 20o στον 21ο αιώνα

22.01.2009-15.03.2009Μουσείο Μπενάκη - Κτίριο οδού Πειραιώς

Η κατοικία αποτελεί το συντριπτικά μεγαλύτερο οικοδομικό όγκο της χώρας. Η κριτική θεώρησή της έχει ιδιαίτερο νόημα καθώς είναι ο τομέας που προσφέρει στον αρχιτέκτονα μεγάλη ελευθερία σχεδιασμού. Απεικονίζει τις γενικότερες τάσεις σχεδιασμού και πολεοδομικής εξέλιξης λόγω της μεγάλης σημασίας της στην πόλη, αλλά και εκτός αυτής (λόγω της ύπαρξης του νόμου που επιτρέπει την εκτός πόλεως δόμηση, με αποτέλεσμα τον κατακερματισμό της ελληνικής υπαίθρου).

Η έκθεση αρχίζει με μια συνοπτική επιλογή χαρακτηριστικών σταθμών σχεδιασμού κατοικίας στην Ελλάδα στο δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, που αποτελεί και την εισαγωγή στο τι γίνεται στην πρώτη δεκαετία του αιώνα που διανύουμε.

Μια πρώτη αναμφισβήτητη διαπίστωση είναι η γενικότερη άνοδος του βιοτικού επιπέδου στη χώρα μας τα τελευταία 70-80 χρόνια. Αυτό δεν συνεπάγεται κατ’ ανάγκη και αντίστοιχη άνοδο στους τομείς της κουλτούρας, αισθητικής αντίληψης και παιδείας, γεγονός που ίσως δεν διαφαίνεται στην έκθεση λόγω του ότι τα εκτεθειμένα παραδείγματα είναι προϊόν επιλογής.

Μια δεύτερη διαπίστωση θα μπορούσε να είναι ότι η επώνυμη αρχιτεκτονική παραγωγή στον τομέα της κατοικίας έχει εξελιχθεί από την μεμονωμένη χαμηλή αστική κατοικία του συνεχούς ή πανταχόθεν ελεύθερου οικοδομικού συστήματος, στην συνεχή δόμηση της πολυώροφης αστικής πολυκατοικίας, προϊόντος της αντιπαροχής που κάλυψε τον μεγαλύτερο όγκο της μεταπολεμικής δόμησης. Από εκεί πέρασε στην άνευ προηγουμένου αραιή δόμηση των προαστίων των μεγαλύτερων πολεοδομικών συγκροτημάτων και της υπαίθρου. Πρόκειται συνήθως για περιοχές αμιγούς κατοικίας με χαμηλό συντελεστή δόμησης χωρίς την αντίστοιχη πρόβλεψη χώρου εργασίας και είναι κατά συνέπεια το πιο αντιοικολογικό σύστημα δόμησης που θα μπορούσε να υπάρξει. Τα κτίρια αυτά που προορίζονται για εξειδικευμένη χρήση (κατοικία), δύσκολα μπορούν να μετατραπούν στο μέλλον σε κτίρια για άλλες χρήσεις όπως γίνεται όλο και περισσότερο στην πιο ευέλικτα σχεδιασμένη πολυκατοικία της μεταπολεμικής περιόδου.

Μια τρίτη, σημαντική παρατήρηση, πιστεύουμε ότι είναι η σχεδόν παντελής έλλειψη οργανωμένης δόμησης, πέρα από το μεμονωμένο κτίριο ή τα λίγα παραδείγματα μικρών συγκροτημάτων ιδιωτικής κατά κανόνα (και όχι δημόσιας) πρωτοβουλίας. Έτσι η αρχιτεκτονική που παρουσιάζεται ελάχιστα ασχολείται με τον σχεδιασμό του γενικότερου περιβάλλοντα χώρου και την σύνθετη οργάνωση ευρύτερων αναπτύξεων. Βέβαια στο σημείο αυτό αξίζει να σημειώσουμε, ότι η Ελλάδα απέφυγε την δημιουργία των μεγάλων πολεοδομικών συγκροτημάτων των μεμονωμένων πολυώροφων κτιρίων τύπου HLM της Γαλλίας π.χ. ή του πρώην ανατολικού μπλοκ με όλα τα κοινωνικά και οικοδομικά προβλήματά τους.

Πιστεύουμε ότι το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αυξανόμενη ανταπόκριση της αρχιτεκτονικής στις ανάγκες του περισσότερου εύπορου πληθυσμού πρέπει να μας προβληματίσει ιδιαίτερα.

Από τα έργα που επιλέχθηκαν 62% είναι μονοκατοικίες, 16% πολυκατοικίες και 22% μικρά συγκροτήματα συνήθως λιγότερων των 3-4 κατοικιών που δεν θα μπορούσαν να χαρακτηρισθούν συγκροτήματα.

Από τα παρουσιαζόμενα έργα το 64% βρίσκεται εντός των ορίων μεγαλύτερου συνεκτικού πολεοδομικού ιστού και το υπόλοιπο 36% διάσπαρτο στην ύπαιθρο. Το 48% του συνόλου των έργων βρίσκεται στο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας, όπου το 14% βρίσκεται στο κέντρο και το 86% στα προάστια. Αυτό φυσικά δείχνει και τον κορεσμό του κέντρου της πόλης και τον μικρό, προς το παρόν, ρυθμό ανακαίνισης παλαιότερων κτιρίων.

Τα κυριότερα αρχιτεκτονικά χαρακτηριστικά των επιλεγέντων έργων συνοψίζονται στις παρακάτω παρατηρήσεις:

Τα κτίρια καλύπτουν ένα ευρύ φάσμα συνθετικών ιδεών με κυρίαρχη κατεύθυνση τον επαναπροσδιορισμό του μοντέλου μονοκατοικίας στο πλαίσιο μιας κριτικά τοπικιστικής αρχιτεκτονικής. Έντονο είναι το στοιχείο της αφαίρεσης και ενός γενικότερου μινιμαλισμού.

Σε αρκετές περιπτώσεις τα κτίρια σχετίζονται με το φυσικό έδαφος. Ορισμένα κτίρια αυτοχαρακτηρίζονται ως βιοκλιματικά, σαν το είδος αυτό να αποτελεί κάποια ιδιαίτερη κατηγορία έργων και όχι όλα τα έργα όπως θα έπρεπε. Από μια γενικότερη θεώρηση των παρουσιαζομένων έργων πιστεύουμε ότι τα θέματα ενός οικο-λογικού αρχιτεκτονικού σχεδιασμού έχουν ακόμη δρόμο μπροστά τους.

Στα έργα που αφορούν πολυκατοικίες επιχειρείται ένας επαναπροσδιορισμός της μορφής και του λεξιλογίου της αστικής πολυκατοικίας.

Ένας άλλος τομέας στον οποίο πιστεύουμε ότι υπάρχει ακόμη εργασία να γίνει είναι ο επαναπροσδιορισμός της σχέσης του ιδιωτικού και κοινόχρηστου αστικού χώρου. Κάτι τέτοιο πάντως κατά κάποιον τρόπο είναι φυσικό, όσο δεν υπάρχει μεγάλη παρουσία ευρύτερων συγκροτημάτων και ένα μεγάλο ποσοστό των έργων βρίσκεται σε μεμονωμένα εκτός πόλεως γήπεδα ελάχιστης έκτασης 4000μ2.

Σαν συμπέρασμα πιστεύουμε ότι η έκθεση δείχνει ζωντανά την δυναμικότητα της σύγχρονης αρχιτεκτονικής στην Ελλάδα και την εξέλιξη του γενικότερου βιοτικού επιπέδου της ελληνικής κοινωνίας.

Οι επιμελητές της έκθεσης
Αλέξανδρος Ν. Τομπάζης και Σταύρος Γυφτόπουλος

Σχεδιασμός και Επιμέλεια
  • Τομπάζης Αλέξανδρος
  • Γυφτόπουλος Σταύρος
Συνεργαζόμενοι Φορείς
  • Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης
  • Μουσείο Μπενάκη
Χορηγοί
  • StoHellas
  • ALUMIL Συστήματα Αλουμινίου
  • EK Magazine
  • ΑSCO A.E.
  • Schueco A.E.
  • Διαχρονική Α.Ε.
  • Αφοι Γραβάνη Α.Ε.
  • Δομές
  • Δελούδης Ι. Α.Ε.
  • Computers Peripheral International
  • MIPECO Τεχνική Δομική ΕΠΕ
  • Ύλη & Κτίριο
  • ΚΤΙΡΙΟ
  • Quality
  • Setoffel
  • Bandalux
  • EXPO A.E.
  • Rinol A.E.

Συνεργαζόμενοι Φορείς

Χορηγοί